Βρισκόμαστε στα μισά του ζακυθινού Μεγαλοβδόμαδου,κι εγω όπως πάντα κάνω ενα βήμα μπρος και δέκα πίσω (και λίγα λέω, κρύβω χρόνια) κι αν και τίποτα δεν είναι πια το ίδιο, μέσα μου γίνονται διεργασίες πολλές. Ανασταίνονται πρόσωπα, εικόνες, συναισθήματα, μυρωδιές.
Χρόνο με το χρόνο οι παιδιακίσιες αναμνήσεις βαραίνουν όλο και περισσότερο τους ώμους μου, με λυγάνε, με συγκινούν, με κάνουν και αναπολώ αλλά και να ευγνωμονώ που τα έζησα!
Εμείς δεν είχαμε ποτέ Λαζαράκια αλλά ήταν η αρχή των σχολικών διακοπών κι αυτό έδινε νότες χαράς στη μέρα αυτή!
Οι τελετές αρχινάγανε από του Βαγιώνε! Δε θα σταθώ στις Ακολουθίες, τί ένοιαζε ένα μικρό παιδί οι Ακολουθίες με τ' ακαταλαβίστικα λόγια και την πολύ ορθοστασία!
Με γκρίνια ξύπναγα να πάμε στην εκκλησία αλλά ήταν το δέλεαρ για το δαχτυλίδι που θα φτιάχναμε γυρνώντας στο σπίτι φέρνοντας το βαγί ! και δεν ήταν ανάγκη να χαλάσουμε εκείνο που θα πήγαινε στα κονίσματα κατευθείαν, αφού ο νιότσολος του χωριού θα έφερνε με την κόφα το βαγί σπίτι-σπίτι σ όλο το χωριό, όσο απομακρυσμένα κι αν ήταν τα σπίτια!
Κακώς που δεν έμαθα ποτέ τούτο το περίτεχνο τύλιγμα μέχρι να γίνει δαχτυλίδι, αλλά ποτέ δεν είναι αργά 😉.
Στο σπίτι επικρατούσε αναστάτωση καθαριότητας! Όλα γίνονταν από την αρχή, να πλυθούν, να αεριστούν, να κολαριστούν ναναι έτοιμα για τη μεγάλη Γιορτή. Οι αυλές και όπου υπήρχαν μάντρες και πεζοδρόμια ασβεστώνονταν, μέχρι και οι κορμοί των δέντρων!
Ολ αυτά για τους μεγάλους τα παιδιά απολάμβαναν τις διακοπές τους,(αν και κάπου κάπου μ έχωναν κι εμένα να ξεσκονίζω τα έπιπλα που από τότε σιχάθηκα τα λιονταρίσια πόδια των τραπεζοκαθισμάτων) με νηστεία μεν, διακοπές δε!
Τα δύσκολα άρχιζαν από την Μεγάλη Τετάρτη! Από εκεί τέρμα το ρεπόσο και αρχή των εκκλησιασμών 😤
Μεσημεριάτικα ξεκινάγαμε ποδαράτο με τη συνονόματη γιαγιά μου για τα Ευχέλαια.
Προσπαθώντας να προλάβω το γρήγορο βήμα της, γκρινιάζοντας τί ήθελαν λειτουργίες μεσημεριάτικα με τραβούσε από το χέρι να προκάμουμε.
Να προκάμουμε να πάμε να ξαγορευτούμε στο σεβάσμιο παπά Γαλάνη, που όλες μου οι αμαρτίες συμπυκνώνονταν στο ερώτημα "αν έφαγα τα γλυκά που έκρυβε η μαμά μου στη σερβάντα"! Πολύ αργότερα έμαθα οτι δεν ρωτάει μόνο αυτό ο παπάς κι έπεσα στη λούμπα, μ αποτέλεσμα να μου απαγορεύσει την θεία κοινωνία 😡 Έμεινα με την απορία, γιατί ναναι τόσο κολάσιμη η αγνή αγάπη, αφού αυτή κήρυττε κι ο Χριστός και γι αυτή σταυρώθηκε😟 .Τλπ δεν είναι αυτό το θέμα μας τώρα.
Κι αφού τέλειωνε το ξαγόρεμα, εγώ τέλειωνα γρήγορα, δεν είχα να πω και τίποτα, οπότε όσο καθυστερούσε η γιαγιά μου, φεύγαμε γραμμή για τον Αγιο να μυρωθούμε.
Κι αφού αγιάζαμε, γραμμή πάλι για την επιστροφή.
Η άλλη μέρα Μεγάλη Πέμπτη, η θεία Κοινωνία ήταν μη διαπραγματεύσιμη, αλλά έτσι ήταν και πιο κοντά, η έστω και για λίγο, λύση της νηστείας, αφού δεν μου αρνιόνταν να αρτηθώ μ' ενα κουλουράκι.
Πάλι με τα πόδια, πάλι με γκρίνια, πάλι τραβηχτή από το χέρι πηγαίναμε με τη γιαγιά στον Αγιο Λάζαρο. Ήταν η πιο κοντινή μας εκκλησία, παρ όλα αυτά ακόμα κοιτάζω τα πόδια μου νομίζοντας οτι θ αντικρύσω τα λευκά καλτσάκια με τα καμούφα, ματοχυλισμένα από τα καινούργια παπούτσια που με χτυπούσαν και πώς θάταν άλλωστε δυνατόν, αφού ήταν αφόρια!
Κοινωνισμένες λοιπόν, κλαίουσα εγώ από τον πόνο στις φτέρνες, πίνοντας κάτι σε ζουμί (δε θυμάμαι τί ακριβώς αφου η μέρα αυτή το φαγητό είναι αγκινάρες γεμιστές και κουκιά) προσπαθώντας να μου αποσπάσουν την προσοχή για να σταματήσω να κλαίω, ήθελαν όλοι να δουν το "χρυσό μου δόντι", κι εγώ σαν γύφτος το δειχνα κάθε φορά και καμάρωνα που λαμποκόπαγε και θαύμαζαν οι αναζητούντες το!
Βράδυ Μεγάλης Πέμπτης και τα 12 Ευαγγέλια στον Αγιο ήταν δυσβάσταχτο ακόμα και στη σκέψη! Πόσες ώρες ορθοστασία σε μία εκκλησία γεμάτη μέχρι τον πρόναο από κόσμο, σαν σαρδέλες ο ένας δίπλα στον άλλον, που σ' έπιανε λιποθυμιά από τη ζέστη, το στριμωξίδι και το λιβάνι; Για καλή μου τύχη, η γιαγιά μου η χωραϊτισσα που πήγαινε εξ αρχής, είχε το στασίδι της κι έτσι φτάνοντας στον 10ο Ευαγγέλιο που καταφθάναμε ν' ακούσουμε το "Σημερον κρεμάται επι ξύλου" μετά το 11ο Ευαγγέλιο, από τη μοναδική φωνή του Γιώργη του Μαλλαρίτση που κράταγες και την αναπνοή σου από αυτή τη φωνή που σου τρυπούσε τα κατάβαθα της ψυχής σου και συναισθανόσουν το θείο δράμα, όλο και κάπως ξαπόσταινα κι άντεχα! Αυτή η φωνή έμεινε ανεξίτηλη στη μνήμη μου και καμιά άλλη δε την έφτασε ποτέ. Ισως έτσι την θέλει η ανάμνηση που έφτιαξε ένα μικρό παιδί, ποίος ξέρει ! Αποκαμωμένη πια απ όλη την ημέρα έπεφτα ξερή για ύπνο στο γυρισμό.
Η Μεγάλη Παρασκευή ήταν και είναι το αποκορύφωμα του ζακυθινού Μεγαλοβδόμαδου!
Ηταν αυτή που έστω κι άγουρο παιδάκι, περίμενα ολόκληρο χρόνο! θάταν βέβαια παράτολμο να με τραβάνε και στην Αποκαθήλωση, αλλά στις 2 το μεσημέρι, ακόμα κι αν ήμασταν νηστικοί αφού τραπέζι δεν στρωνόταν, στο Σταυρό πηγαίναμε απαράβατα.
Τα μαγαζιά άπαντα κλειστά. Αυτά με τα είδη διατροφής άνοιγαν μετά το πέρασμα του Σταυρού, μετά τις 2 το μεσημέρι δηλαδή, αλλά όλα όμως ήταν στολισμένα με κλάδους φοινίκων, κάτι που σήμερα διατηρείται από ελάχιστους .
Η μέρα αυτή έχει κάτι το απόκοσμο
Ο ήλιος κρύβεται μέσα στα σύννεφα, κι όχι από καπρίτσιο για να παίξει μαζί τους, απλά κρύβεται! σαν να είναι βλασφημία να φανερωθεί τέτοια μέρα, όταν στους δρόμους της Πόλης "περπατεί" ο Σταυρωμένος!
Ένα μαυρόασπρο πλήθος κατάκλυζε την Πλατεία του ποιητή, η μέρα πένθιμη και απαιτούσε και η ενδυμασία να ομολογεί πένθος.
Έτσι οι άνδρες με κοστούμι και μαύρες γραβάτες, οι γυναίκες με μαύρα ταγιέρ, ήταν ένα πλήθος που ήταν εξοικειωμένο το μάτι μου να βλέπω. Ήταν η μοναδική μέρα που απαγορεύονταν τα φιλιά χωρίς νάχουμε πανδημία, απλά κάθε τέτοια εκδήλωση αγάπης θεωρείτο φιλί προδοσίας.
Αυτό λοιπόν το μαυροντυμένο πλήθος χωρίς νάχει κάποιο οικείο νεκρό αλλά όλοι είχαν τον ίδιο, αμίλητοι και υπομονετικοί έξω από την είσοδο του ναού περίμεναν...και ξαφνικά το μεγάλο τύμπανο της Φιλαρμονικής ορίζει την έναρξη του "Ινα τι εφρύαξαν έθνοι" και όλα τα βλέμματα στρέφονται στην είσοδο του Αγίου Νικόλα του Μώλου που ο Σταυρός σκύβει να περάσει και να βγεί στην Πλατεία.
|
"Η περιφορά του Εσταυρωμένου" ακουαρέλα μου |
Κι αφού ολοκληρώνεται το μουσικό κομμάτι αργά, βουβά και ρυθμικά υπο τον ήχο του τύμπανου ξεκινά η μεγάλη περιφορά κι εμείς να τρέχουμε να τον προλάβουμε σε συγκεκριμένα πόστα, μέχρι να γυρίσει ξανά στην πλατεία και να γίνει η "ευλογία του σύμπαντος" από το Δεσπότη πάνω στο πάρκο. Καρφίτσα νάπεφτε στην πλατεία θ ακουγόταν ,τόση σιωπή, σα να μην υπήρχε άνθρωπος ήταν σχεδόν ανατριχιαστικό (δε θα τολμήσω σύγκριση με το σήμερα σε τίποτα απ όλ αυτά).
Και μετά, πάλι σιωπηλά, γινόταν η αποχώρηση. Οι ευχές για "Καλή Ανάσταση" ανταλλάσσονταν σχεδόν συνωμοτικά, λες και θα χαλούσαν τη μαγεία της στιγμής που ζήσαμε.
Το βράδυ εκείνο, είχε μεγάλη αναμονή και αγωνία, μην αποκοιμηθώ και μου φύγουν οι γονείς μου χωρίς να τους ακούσω και δε με πάρουν. Ήμουν τύπος και υπογραμμός για κείνη τη νύχτα γιατί ήξερα οτι θαταν η τιμωρία μου να μη με πάρουν στον Επιτάφιο, αν ήμουν ανυπάκουη.
Σχεδόν όλο το χρόνο είχα αυτή την απειλή, γιατί ήξεραν το απωθημένο μου.
Έτσι γύρω στις 3 το ξημέρωμα κατεβαίναμε ξανά στη Χώρα για την περιφορά του Επιταφίου, μέσα σε μία φύση που οργίαζε προετοιμάζοντας την επερχόμενη Ανάσταση.
Οι μυρωδιές μεθυστικές από λεμονανθούς, πασχαλιές ,φιορ ντ αμόρε και γλυτσίνιες οχι τσίκνας όπως στις μέρες μας!
Η νύχτα αυτή τόσο διαφορετική από το μεσημέρι, λες και πρόκειται γι άλλη μέρα, άλλο μήνα ακόμα! Οι ξύλινες ταμπέλες των μαγαζιών που άλλαζαν σκωπτικά τις ιδιότητες, Οι ήχοι, οι ψαλμωδίες το "Ω γλυκύ μου έαρ" να διαχέεται στην ατμόσφαιρα σα θρήνος, αλλά και σα μύρο, ο κόσμος με τα κρεμασμένα πεύκια στα μπαλκόνια και τ αναμμένα κεράκια να γλυκαίνουν το μέσα σου. Κάποιοι αγουροξυπνημένοι να προβάλουν και να σταυροκοπιούνται από τις μισάνοιχτες γρίλιες των παραθύρων και κάποιοι ξένοι, ελάχιστοι τουρίστες της εποχής, ξαφνιασμένοι, απορημένοι: τί γυρεύει όλος αυτός ο κόσμος μεσ' το ξημέρωμα στους δρόμους!
Και ξαφνικά, εκεί που μπαίνει ο Επιτάφιος ξανά στη Μητρόπολη και περιμένεις όλα να ησυχάσουν κι ο κόσμος να διαλυθεί ησύχως, ενας εκκωφαντικός θόρυβος από πήλινα που σπάνε μαζικά, καμπάνες να χτυπάνε χαρμόσυνα, ήχοι από παντού να σηματοδοτούν τη 'ΓΚΛΟΡΙΑ" της πρώτης Ανάστασης.
Ήχοι χαράς και να μπαίνει στη Χώρα το πρώτο σφάγιο! Αφού μέχρι το ξημέρωμα του Μεγάλου Σαββάτου και πριν τη Πρώτη Ανάσταση σφάγιο δεν υπήρχε στα κρεοπωλεία (ας μη κάνουμε σύγκριση με το σήμερα)
Έτσι έζησα και τον Τσάκαλο, που ανάερα θυμάμαι ένα τρελό τρέξιμο του χειρόκαρου τσι Μέσα Μερίες, με το σφαγμένο δαμάλι, να προλάβει νάναι πρώτος που φέρνει κρέας στο κρεοπωλείο στο Γιοφύρι! Παίζει νάταν και από τις τελευταίες χρονιές αυτό το αντέτι, έκτοτε τα τσιγκέλια γεμάτα και τα εστιατόρια ακόμα περισσότερο!
Ονόματα και εικόνες αχνές μεν, ανεξίτηλες δε, στο παιδικό μυαλό.
Και οι ευχές πια φωναχτά και χαρούμενα για Καλή Ανάσταση με το ματζέτο του Επιταφίου στα χέρια να επιστρέφουμε στο σπίτι και πριν πέσουμε για ύπνο (εγω δηλ. γιατί οι μεγάλοι άρχιζαν για τις ετοιμασίες της ημέρας αφού ήδη είχε ξημερώσει για τα καλά) να σπάμε το δικό μας πήλινο "για τη σκάση των Οβραίωνε" όπως έλεγε η γιαγιά μου
Από εκεί και πέρα δεν με πολυενδιέφερε η συνέχεια και συμπαθάτε με, εγω είχα ολοκληρώσει μέσα μου, παρ όλα αυτά η Ανάσταση στη Χωρα, αν και ήταν μια ακόμα ταλαιπωρία, ειδικά η επιστροφή με το μποτιλιάρισμα που μας καθυστερούσε από τη γλήγορη επιστροφή και την ανυπομονησία να φάμε επιτέλους τα εδέσματα της βραδυάς και να φιρίρουμε τα κόκκινα αυγά, που είχαμε κοκκινήσει τα χέρια από τη βαφή των ρούχων που τα βάφαμε για να κολλήσουμε τις χαλκομανίες, να μην ανυπομονούμε ; Με το Χριστός Ανέστη και το ρολόι του Φόρου να χτυπά 12 ακριβώς,
|
Η Ανάσταση στην Πλατεία Αγίου Μάρκου |
δεν ακολουθούσαμε την πομπή, αλλά πηγαίναμε περικοπά να προλάβουμε να πιάσουμε θέση ν ακούσουμε το "Αρατε πύλας" από το Σκοπιώτη τον Επισκοπόπουλο, αγαπημένο φίλο των δικών μου που με στεντόρια φωνή απαντούσε από μέσα από την κλειστή πόρτα, μέχρι να την κλωτσήσει ο Δεσπότης και να μπει θριαμβευτικά το Νιο φως στην Εκκλησία!
Η Κυριακής τση Λαμπρής είχε εκκλησιασμό, αλλά ήταν ένας ακόμα πριν το τέλος, μεσημέρι με αυγολέμονο, ύπνο και τ' απόγευμα ένα πανηγύρι μας περίμενε .Το πανηγύρι του Αγιου Λαζάρου με την περιφορά της Παναγίας της Γαλανούσας.
Θα μου πείτε τόσο πολύ θρήσκα ήμουν από μικρή; Οχι βέβαια, ούτε τώρα ισχυρίζομαι κάτι τέτοιο! για μένα εντύπωση έκαναν ο κόσμος, οι πάγκοι με τα πλαστικά ευτελούς αξίας παιχνίδια, οι ατέλειωτες ουρές περιμένοντας τις φρεσκοτηγανισμένες φυτούρες, οι μποτέγες που υπήρχαν τότε μπάντα κι άλλη του δρόμου κι έψηναν κι ο κόσμος που καθόταν στις μπανκάδες και τρωγόπινε και τέλος οι φωτίες! Αυτοσχέδια πυροτεχνήματα από ντόπιο τεχνίτη, ο Μουσολίνι, το κάψιμο του Ιούδα, η ρόδα, αυτά περίμενα να απολαύσω κι οχι το Κήρυγμα της αγάπης του Δεσπότη που λίγα καταλάβαινα απ όσα έλεγε
Γενικά, από την Κυριακή τση Λαμπρής άρχιζε μία σειρά πανηγυριών, που με χαρά συμμετείχαμε, γιατί η θρησκευτικότητα συνδυασμένη με την αναγέννηση και τη σύμπραξη της φύσης έδιναν μία μοναδικότητα ανεπανάληπτη .
Ετσι η εικόνα στα Ξεροβούνια, το πανηγύρι στο Βόιδι τη Νιά Δευτέρα, της Χρυσοπηγής τη Νιά Παρασκευή και του Αγίου Λύπιου την Κυριακή του Θωμά, ήταν και παραμένουν τ' αγαπημένα μου γιατί το λιβάνι που διαχέεται στην ατμόσφαιρα μαζί με τις μοσχοβολιές των φυτών και των δέντρων υπο τους ήχους της φιλαρμονικής που συνοδεύει το Κόνισμα, συνθέτουν έναν ύμνο στη ζωή και την ελπίδα και ξορκίζουν το θάνατο, εκτός του ότι και από τα τρία βλέπεις τη Ζάκυνθο από διαφορετικές οπτικές γωνίες και την ξαναγαπάς! Λίγο τόχεις;
Τώρα ολ αυτά που μου λείπουν, που έχουν ριζικά αλλάξει, προσπαθώ να τα διατηρήσω ζωντανά με τη φλόγα που τα έζησα και τα αποτύπωσα για πάντα στην καρδιά μου. Ο καθένας αυτές τις Μέρες τις νοιώθει διαφορετικά, ανάλογα με τα βιώματα και τα συναισθήματα που του γεννάνε, Καλή Ανάσταση λοιπόν με λιγότερες Σταυρώσεις!