Τι κάνουμε όταν στριμωχνόμαστε ψυχολογικά;;;
Είναι η ώρα που η Αθήνα ξυπνάει,με καθαρή ατμόσφαιρα,με λίγη κίνηση,με αραιούς διαβάτες, με τους επαγγελματίες ν ανοίγουν σιγά σιγά τα καταστήματά τους χαιρετώντας ο ένας τον άλλον κι ευχόμενοι "καλό σεφτέ", κι εσύ αισθάνεσαι τυχερός που δε σε κυνηγάνε υποχρεώσεις που πρέπει να προλάβεις,απλά εσύ κυνηγάς το χρόνο να αισθανθείς όσο το δυνατόν περισσότερα!
Ανασύρουμε από την μνήμη μας όμορφες στιγμές, ωραίες εικόνες, που μας δημιουργούν ή μας ξαναγεννούν συναισθήματα!
Αυτό σκέφτηκα κι εγώ για να δροσίσω τα καρδιόφυλλα μου που φλέγονταν, χωρίς να πω κάτι καινούργιο,απλά θα ξαναπερπατήσω σε δρόμους γνωστούς.
Ξέρω πολύ καλά οτι η ΑΘήνα που αγαπάμε δεν είναι μόνο η Πλάκα.
Την έζησα φοιτήτρια και τα πρώτα μου χρόνια ως εργαζόμενη,μια που άλλαξα περιοχές που φιλοξενήθηκα ή έμεινα μόνιμα, Ζωγράφου,Πεδίον του Αρεως,Κυψέλη,Κολωνάκι,Κουκάκι,Νέα Σμύρνη, Καλλιθέα, Μοσχάτο εσχάτως.
Κι επειδή πάντα μ΄ άρεσε να εμβαθύνω,να εξερευνώ,να κριτικάρω,έχουν αποτυπωθεί ομορφιές στη μνήμη μου και χαίρομαι ν΄ ανακαλύπτω καινούργιες που έμειναν αλώβητες στο χρόνο,έστω και παραμελημένες και υπό κατάρρευση.
Γιατί δυστυχώς η Ελλάδα έχει αυτό το θλιβερό προνόμιο, να καταστρέφει ή να αφήνει στην εγκατάλειψη ό,τι αξίζει και να εντοιχίζεται όλο και σε πιο στενά όρια, άμορφα,πολλές φορές άγουστα,που δίνουν πλέον την ψευδαίσθηση την άπλα του υπαίθριου χώρου στενεύοντας τον εσωτερικό.
Τέλος πάντων, αυτή δυστυχώς είναι μία κατάντια που θα συνεχίσουμε να βλέπουμε τα επόμενα χρόνια,μια που οι φόροι ιδιοκτησίας είναι πια δυσβάστακτοι και ουδείς πλέον θέλει να αποδεχθεί μία κληρονομιά,πόσο μάλλον αν έχει ανάγκη και αποκατάστασης.
Κι ενώ όλη η Ευρώπη έχει σαν μέσο πρόκλησης το Ιστορικό Κέντρο κάθε Πρωτεύουσας (και όχι μόνο) εμείς έχουμε ερειπιώνες και τετραγωνισμένα κοινόβια.
Για όλα αυτά προμηθεύτηκα και το βιβλίο του Νίκου Βατόπουλου "Περπατώντας στην Αθήνα", επειδή δεν έπαψα να την αγαπώ και να πιστεύω οτι εξακολουθεί να κρύβει ομορφιές,για όσους έχουν μάτια να τις δουν.
Για όλα αυτά προμηθεύτηκα και το βιβλίο του Νίκου Βατόπουλου "Περπατώντας στην Αθήνα", επειδή δεν έπαψα να την αγαπώ και να πιστεύω οτι εξακολουθεί να κρύβει ομορφιές,για όσους έχουν μάτια να τις δουν.
Στο καλοκαιρινό μου ολιγοήμερο ταξίδι,σαν νάξερα οτι θα επακολουθούσε μαρτύριο, προτίμησα άλλη μια φορά να μείνω στο Κέντρο.
Σαν διαμονή,ας μη την περιγράψω καλλίτερα...
Απλά θα πω οτι έδωσα κατατακτήριες για τα καζάνια της Κόλασης και μπήκα μετά πολλών επαίνων.
Απλά θα πω οτι έδωσα κατατακτήριες για τα καζάνια της Κόλασης και μπήκα μετά πολλών επαίνων.
Πώς αλλιώς να χαρακτηρίσεις ένα κατάλυμα που έλεγε οτι διέθετε δροσισμό και μόνο αυτό δε διέθετε με 30+ βαθμούς κελσίου;
Κι ένα βράδυ εκεί που στριφογύριζα σαν το πασχαλιάτικο αρνί να ξεροψηθώ απ όλες τσι μερίες, διάβασα οτι είχα και συνδιαγωνιζόμενους για τα ίδια καζάνια 218 επιβάτες μιας πτήσης από Ζάκυνθο για Λονδίνο,κι εκεί ,σκέφτηκα υπάρχουν και χειρότερα και αποκαμωμένη πια, κατά το χάραμα αποκοιμήθηκα...ας έκανα κι αλλιώς!
Το πρωί όμως ξημερώθηκα στους δρόμους της Πλάκας!
Τώρα θα μου πείτε στην καρδιά της Αθήνας από το νησί βρήκες να δροσιστείς;
Εξαρτάται τι εννοεί ο καθένας "δροσιά" 😏
Αλλά τι λιγότερο μπορεί να σου προσφέρει να περπατάς στους άδειους δρόμους, που αργότερα θα σφίζουν απο στίφη τουριστών,να κοιτάς ψηλά και να χαιρετάς τη γαλανόλευκη που κυματίζει περήφανη στις επάλξεις του Ιερού βράχου και δίπλα σου να θαυμάζεις νεοκλασσικά που αλλιώς θα προσπερνούσες,που είχαν μείνει άνθρωποι,που διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο στην ζωή του Τόπου μας!
Είναι η ώρα που η Αθήνα ξυπνάει,με καθαρή ατμόσφαιρα,με λίγη κίνηση,με αραιούς διαβάτες, με τους επαγγελματίες ν ανοίγουν σιγά σιγά τα καταστήματά τους χαιρετώντας ο ένας τον άλλον κι ευχόμενοι "καλό σεφτέ", κι εσύ αισθάνεσαι τυχερός που δε σε κυνηγάνε υποχρεώσεις που πρέπει να προλάβεις,απλά εσύ κυνηγάς το χρόνο να αισθανθείς όσο το δυνατόν περισσότερα!
Τον περιστερώνα που σ' υποδέχτηκε φοιτήτρια πια και ζέστανε τα πρώτα σου όνειρα, τον καφέ που μοιράστηκες μ' ένα φίλο, τα γέλια που αντιλάλησαν στο πλακόστρωτο, το τραγούδι που άκουσες σε μια γωνιά και όποτε το ξανακούς αυτή τη σκηνή θυμάσαι,κάποιο φιλί που αντάλλαξες με μάρτυρες τις "διαμελισμένες" κολώνες της Αρχαίας αγοράς, το έργο που είδες στο ωραιότερο σινεμά της υφηλίου, τους χορούς στο θέατρο της Δώρας Στράτου, τα μουσικά βράδια στον πεζόδρομο της Αρεοπαγίτου,ακόμα και τα δύο βαφτίσια στο γραφικό εκκλησάκι του Λουμπαρδιάρη!
Ολ΄ αυτά είναι βαθιές ρουφηξιές οξυγόνου, απ αυτού που αναπτερώνει το μέσα σου και κάνει την επόμενη μέρα να τη βλέπεις με πιο αισιόδοξη ματιά
Τώρα πια έχω κι έναν ακόμα λόγο να βλέπω,να παρατηρώ,να στέκομαι με δέος μπροστά σε κάθε τι που με κάνει να σταματώ μπροστά του: η καλλιτεχνική ματιά! που προσπαθεί ν΄ ανασυνθέσει το Τοπίο στα δικά της μέτρα και ίσως κάποια στιγμή να τ΄ αποτυπώσει.
Δεν φιλοδοξώ και δε παραμυθιάζομαι, οτι μπορεί να ανασυστήσω τις αναμνήσεις όπως το πρωτότυπο,αλλά θάναι η δική μου ματιά των πραγμάτων και φυσικά θάναι συναισθηματικά φορτισμένη απ όλα αυτά που χρόνο με το χρόνο συσωρεύονται και ντανιάζονται στα φυλλοκάρδια της μνήμης, και κάποια στιγμή βρίσκουν διεξόδους να εκφρασθούν,με όποιο τρόπο και τότε σε παρασέρνουν σ' ένα νέο γύρο με άλλες διαστάσεις και άλλες συνιστώσες.
Αυτό είναι ένα κείμενο που το έγραψα στην καρδιά του Καλοκαιριού όταν όλα μου γύρω μου μαύριζαν και μέσα από αυτό ξαναγέμισα φως και αισιοδοξία.
Είχα την τύχη και πρόσφατα,μόλις την αρχή της βδομάδας να ξαναβρεθώ στα ίδια μέρη,που ενώ είχα περισσή αγωνία για το λόγο που έγινε το βεβιασμένο ταξίδι και πάλι οι ίδιοι δρόμοι με ηρέμησαν και με γέμισαν γαλήνη και αυτοπεποίθηση.
Το τοπίο, η νοσταλγία για τις μνήμες,οι αγαπημένοι μου άνθρωποι είναι αυτά που με ζωντανεύουν και με κάνουν να βλέπω τα πράγματα μ' άλλα μάτια από του συνηθισμένου περιπατητή που βιάζεται να βρει μία θέση για καφέ σε κάποιο ονομαστό cafe.
Θαρρώ από κάπου ψηλά η Μελίνα γελά με το πλατύ της χαμόγελο και με επιβεβαιώνει χαιρετώντας με 😉.
Πώς άραγε να τη βλέπουν οι Γιαπωνέζοι;;;;
Αυτό είναι ένα κείμενο που το έγραψα στην καρδιά του Καλοκαιριού όταν όλα μου γύρω μου μαύριζαν και μέσα από αυτό ξαναγέμισα φως και αισιοδοξία.
Το τοπίο, η νοσταλγία για τις μνήμες,οι αγαπημένοι μου άνθρωποι είναι αυτά που με ζωντανεύουν και με κάνουν να βλέπω τα πράγματα μ' άλλα μάτια από του συνηθισμένου περιπατητή που βιάζεται να βρει μία θέση για καφέ σε κάποιο ονομαστό cafe.
Θαρρώ από κάπου ψηλά η Μελίνα γελά με το πλατύ της χαμόγελο και με επιβεβαιώνει χαιρετώντας με 😉.
Πώς άραγε να τη βλέπουν οι Γιαπωνέζοι;;;;